Όταν έχεις ραντεβού
με την δική σου αλήθεια
ξεγυμνώνεις την ψυχή
απ' των παθών τα δίχτυα
μα πως ν' αντέξει σε αυτό
το λάγνο σου το βλέμμα
τις αλήθειες βουτηγμένες
μες την πλάνη και το αίμα...
Σαν ατσάλινη γροθιά, ο λυγμός,
απ' το λαιμό σε πιάνει
και σε πνίγει ο καημός,
που ότι φεύγει πίσω δεν γυρνάει
ζεστό το κύμα καίει
το θάμπος των ματιών σου
τρέχουν οι στάλες
να χαράξουν το πρόσωπό σου.
Με τα δάκρυα του θρήνου
ποτίζεις τα χαμένα
όνειρα και χρόνια
στην πλάνη βουτηγμένα
κι η κραυγή κόμπος
που σε πνίγει και δεν σ' αφήνει
λες και κάτι θ' αφυπνίσεις,
ν' αλλάξει πριν να φύγει...